Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010

της κόλασης μας

Τα κύματα θαρρείς να σε ζυγώνουν
κάθε που ξεπροβάλλει η χαραυγή
και εσύ κοντά στο τελείωμα της ονειρογραμμής
ψάχνεις σαν άλλοτε ένα φιλί και ένα χάδι

Ξυπνά βαθιά η πυρκαγιά
και ο ήλιος δύει ακόμα στα επουράνια,
θαρρείς πως ξέρει
και δεν θέλει να κρυφτεί
μην κλείσουν και πάλι μέσα τους
τις σπίθες τους, τα μάτια

Γερτή προσμονή σ αγκαλιάζει
του παράλογου νότες προσμονής.
Η μάνα γνέφει τα σινιάλα της
σαν χαμένη πάλι τραγουδάς
νότες που δεν ακούστηκαν ποτές τους.
ήχοι που δεν έχουν ξαναβγεί
καταστροφής εικόνες απομένουν
στα άγραφα λόγια η ευχή!

Κατάρα στο λιμάνι να κοιτάς
και πάλι μια κρύα, ήρεμη θάλασσα να ανταμώνεις
Μα που να πήγαν πες μου εσύ πια
φουρτούνες, βενετοί κουρσάροι και θαλασσοπόροι;

Ζέστη δεν ζυγώνει πια στα μέρη ετούτα
είναι το σκοτάδι παχύ και δύσοσμο
Ακόμα και εκείνη η φωτεινή μπορντούρα
ξέρεις τώρα δα την επαινούσες!
κλεμμένη από αλλουνού ζωή είναι

Μη σκιάζεσαι που πια δεν θα με δεις
μαύρα πουλιά τα μάτια μου πλημμύρισαν
Και οι όχθες εκείνες που λαχτάραγες μαζί μου
Για να βρεις σβήστηκαν από τα ραντάρ κάποιας εξουσίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: